Νικόλαος Μάντζαρος

Παύλος Βεντούρας



Η Ελληνική Επανάσταση εκτός από ξένους μεγάλους συνθέτες, ευαισθητοποίησε και Ελληνες που ζούσαν στο εξωτερικό. Ενας από αυτούς είναι ο Κωνσταντίνος Αγαθόφρων Νικολόπουλος (1786-1841) με καταγωγή από την Ανδρίτσαινα, γεννημένος στη Σμύρνη. Εζησε και πέθανε στο Παρίσι. Μαθητής του Fétis[1]. Εργάσθηκε ως καθηγητής Ελληνικών και αργότερα ως βιβλιοθηκονόμος στη βιβλιοθήκη της Γαλλικής Ακαδημίας. Συγκέντρωσε μια βιβλιοθήκη 6500 τόμων την οποία δώρισε στην Ανδρίτσαινα το 1840. Υπήρξε μέλος της Φιλικής Εταιρείας, συνεργάτης του Αδαμαντίου Κοραή και ανέπτυξε έντονη πατριωτική δράση. Μετά το ξαφνικό θάνατό του τα έργα του χάθηκαν ή εκποιήθηκαν. Στα διασωθέντα είναι 3 Ρομάντσες, οι 2 για φωνή και πιάνο και η άλλη για σοπράνο, γυναικεία χορωδία και πιάνο, τα χορωδιακά Domine Salvum, Le chant du Jeune Grec, μισοτελειωμένα τραγούδια και πάρτες οργάνων.

Στην εποχή της Ελληνικής Εθνεγερσίας αναπτύσσεται ένας φιλελληνισμός και στο χώρο της Ευρωπαϊκής μουσικής. Ενας Bayron της μουσικής είναι ο Clemens Harris (1871-1897), Βρετανός πιανίστας και συνθέτης μαθητής της Clara Schumann στο Ωδείου της Φραγκφούρτης (1887-1991) Ηλθε και πολέμησε στο πλευρό του Λορέντζου Μαβίλη κατά των Τούρκων και σκοτώθηκε στα Πέντε Πηγάδια στην Ηπειρο. Πρόλαβε και άφησε ένα Συμφωνικό ποίημα «Ο απολεσθείς Παράδεισος» (1895), έργα για πιάνο και μουσική δωματίου.

Αλλοι Φιλέλληνες συνθέτες με έργα τους εμπνευσμένα από την Ελληνική επανάσταση, είναι ο Ιταλός συνθέτης Antonio Pacini (1778-1866) Meres Endormez vos enfants, ο Γάλλος συνθέτης, μουσικολόγος, κριτικός και εκδότης Francois Castil-Blaze (1784-1857) Depart de Grecs, ο επίσης Γάλλος συνθέτης Georges Oslow (1784-1853) La jeune Grecque, ο Αγγλος συνθέτης όπερας sir Henry Bishop (1786-1855) To Grece we give our shining blades. Ο Ιερώνυμος Πάγερ (1787-1895) από την Βιέννη είναι ένας ακόμη φιλέλληνας συνθέτης και εγραψε τη Φαντασία για πιάνο Ναυμαχία του Ναβαρίνου (1827) και ο Αλσατός συνθέτης κυρίως όπερας αλλά και μπαλέτων, έργων για ορχήστρα και κομματιών για πιάνο Ferdinand Hérold (1791-1833) Le dernier jour de Missolonghi

Οι πρώτοι Έλληνες μουσουργοί, έζησαν και δημιούργησαν τον 19ο αιώνα στα ελεύθερα Επτάνησα και έφεραν σ’επαφή το αφυπνιζόμενο Ελληνικό Έθνος με το Ευρωπαϊκό πνεύμα. Εδώ δημιουργείται η πρώτη κίνηση έντεχνης μουσικής στην Ελλάδα:η Επτανησιακή Σχολή. Και είναι η μοναδική φορά που η Νεοελληνική μουσική συμβάδισε με την τρέχουσα Ευρωπαϊκή παραγωγή[2].

Η λειτουργία στη Κέρκυρα του θεάτρου San Giacomo 1720 και από το 1733 ως θεάτρου όπερας[3] υπήρξε μια από τις κυριότερες ωστικές δυνάμεις της ανάπτυξής της[4]. Σ’ αυτό παρουσιάστηκε για πρώτη φορά μελόδραμα Ελληνα Συνθέτη: Το έργο «Gli amanti confusi, ossia il brutto fortunato» (1791) του Στέφανου Πογιάγου αρχιμουσικού του θεάτρου (1790-1820) βιολονίστα και δασκάλου στο βιολί του Μάντζαρου. «Η παρά Φαίαξιν άφιξις του Οδυσσέως» (1819), σε ποίηση Γεωργίου Ρίκη, περιγράφεται ως μπαλέτο με τραγούδια και είναι μάλλον η 1η όπερα με Ελληνικό λιμπρέτο. Οι όπερες του Πογιάγου θεωρούνται χαμένες.

Κινητήρια μορφή στη δημιουργία της νεώτερης ελληνική μουσικής, υπήρξε ο Νικόλαος Χαλικιόπουλο-Μάντζαρος (1795-1872) συνθέτης του Εθνικού μας Ύμνου. Γεννήθηκε τη χρονιά που ήλθε στη Κέρκυρα ο τελευταίος Ενετός προνοητής των Νήσων, Κάρολος Αυρήλιος Βίτμαν. Ήταν μόλις 2 ετών, όταν το 1797 τελείωσε η πολύχρονη Βενετοκρατία[5] και στη Κέρκυρα αποβιβάστηκαν οι Δημοκρατικοί Γάλλοι. Ηταν 5 ετών, όταν το 1800, με τη σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, τα 7 νησιά αναγνωρίστηκαν ως ενιαίο κράτος, το πρώτο ελεύθερο Ελληνικό κράτος, με το όνομα «Πολιτεία των επτά ενωμένων νησιών» ή όπως καθιερώθηκε «Επτάνησος Πολιτεία»[6] και σημαία το φτερωτό λιοντάρι με τα επτά βέλη στη φαρέτρα, σε βαθύ μπλε φόντο. Ήταν 12 ετών όταν το 1807 έληξε η μικρή Ρωσοτουρκική παρένθεση και στη Κέρκυρα ήλθαν οι αυτοκρατορικοί, αυτή τη φορά, Γάλλοι, τότε που ο Ναπολέοντας ξεπέφτοντας στα μάτια του Μπετόβεν, γνώρισε τη πρώτη του εξορία, από το εξώφυλλο της 3ης συμφωνίας. Ήταν 19 ετών ο Μάντζαρος, όταν το 1814, μετά το Βατερλώ και την εξορία του Ναπολέοντα από τη χώρα του αυτή τη φορά, οι Γάλλοι αναγκάστηκαν να παραδώσουν τα Ιόνια νησιά στους Βρετανούς με τη συνθήκη του Παρισιού τα οποία από τότε ονομάστηκαν «Ηνωμένες Πολιτείες των Ιονίων Νήσων» η όπως καθιερώθηκε «Ιόνιο κράτος», με σύμβολο τη κυανοπόρφυρη σημαία. Στα 35 του είδε να γεννιέται το ανεξάρτητο Ελληνικό κράτος[7] και στα 69 του, να γίνεται πραγματικότητα η πολυπόθητη ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα[8].

Μέσα στις κοσμογονικές αυτές αλλαγές τονώνεται το Εθνικό αίσθημα και γεννιέται μέσα του η επιθυμία για Ελληνική μουσική.

Τα ιστορικά αυτά γεγονότα στη Κέρκυρα, συνδυάζονται και με πνευματικές κατακτήσεις. Το 1779 εγκαθίσταται στο νησί το πρώτο τυπογραφείο και τυπώνεται ο Θούριος του Ρήγα. Το 1815, με πρωτοβουλία του γλύπτη και ζωγράφου Παύλου Προσαλέντη[9], δημιουργείται η 1η σχολή καλών τεχνών. Με πρωτοβουλία του Ιωάννη Καποδίστρια το 1819 ιδρύεται, από τον φιλέλληνα λόρδο Frederic North κόμη του Guilford, η Ιόνιος Ακαδημία, το 1ο ελληνικό πανεπιστήμιο και αμέσως μετά η Δημόσια Βιβλιοθήκη, με χιλιάδες τόμους βιβλία που προσέφερε ο Γκίλφορντ και αγγλικά πανεπιστήμια. Το 1823 ιδρύεται η Αναγνωστική Εταιρεία, το 1ο πνευματικό ίδρυμα στην Ελλάδα. Στις 12 Σεπτεμβρίου 1840 ιδρύεται η «Φιλαρμονική Εταιρεία Κέρκυρας» το 1ο μουσικό ίδρυμα της χώρας, με καταστατικό και πρόγραμμα σπουδών μουσική Ακαδημίας, στην οποία ο Μάντζαρος υπήρξε ψυχή της και ισόβιος επίτιμος πρόεδρος[10].

Στο έργο του ο Μάντζαρος, ο οποίος με τις σπουδές του στη Νάπολη γνώρισε και βίωσε τη μεγάλη Ναπολιτάνικη σχολή – από τον Alesandro Scarlati, Gaetano Greco, Francesco Durante, Fedele Fenaroli μέχρι το δάσκαλό του Niccolo Zingarelli – καλύπτει και ανακεφαλαιώνει το κενό του Μπαρόκ και του κλασικισμού, που η Ελληνική μουσική δεν βίωσε λόγω της Τουρκοκρατίας. Το Εθνικό του όραμα ήταν η δημιουργία μιας γενιά μουσικών διαφωτιστών. Ετσι δίπλα του σπούδασαν μουσικοί και συνθέτες που συνέχισαν τον παιδαγωγικό του ρόλο, σ’ολόκληρη την Επτάνησο και στη Ηπειρωτική Ελλάδα όταν αυτή άρχισε να ελευθερώνεται. Ο Μάντζαρος δίδασκε από το 1826 ιδιωτικά στο σπίτι του, όπου και συνέχισε να διδάσκει ως καθηγητής της ΦΕΚ μετά το 1840 πάντοτε αφιλοκερδώς. Το παιδαγωγικό του έργο, ο Μάντζαρος συμπληρώνει με την συγγραφή των πρώτων θεωρητικών και μουσικολογικών συγγραμμάτων στη νεώτερη Ελλάδα και κάνει τις πρώτες μουσικολογικές έρευνες συγκεντρώνοντας ένα άλμπουμ με «Λαϊκά μοτίβα της Κέρκυρας».

Αρχικά συνέθεσε φωνητικά έργα σε Ιταλική ποίηση, όπως η άρια για υψίφωνο “Come augellin che canta” (Σαν πουλάκι που τραγουδά, 1815), η άρια για βαρύτονο “Sono inquieto et agitato” (Είμαι ανήσυχος και ταραγμένος, 1815), η καντάτα για υψίφωνο “L’ aurora” (Η αυγή, 1818), η διμερής άρια για τενόρο “Aria cantata dall’ ombra di Patroclo nel sogno di Achille” (Άρια τραγουδισμένη από τη σκιά του Πάτροκλου στο όνειρο του Αχιλλέα, δεκαετία του 1820) και το πρώτα σε ελληνική γλώσσα που αναφέρεται στα χειρόγραφα ως “Aria Greca” (Ελληνική άρια, 1827, ένα χρόνο δηλαδή πριν την πρώτη μελοποίηση του σολωμικού Ύμνου εις την Ελευθερίαν). Οι δυο πρώτες άριες είναι σε ποιήματα αγνώστων, η καντάτα του σπουδαίου ιταλού λιμπρετίστα και ποιητή Πιέτρο Μεταστάζιο (Pietro Metastasio, 1698-1782). Το κείμενο της «Ελληνικής άριας» μπορεί να αποδοθεί στον ιταλό λόγιο Βιντσέντζο Νανούτσι (Vincenzo Nannuzzi).

Στην ήδη δραστήρια πνευματική κοινωνία της Κέρκυρας που περιλαμβάνει ονόματα όπως ο Πέτρος Βράϊλας Αρμένης, Νεόφυτος Βάμβας, Ευγένιος Βούλγαρης, Νικηφόρος Θεοτόκης, Λορέντζος Μαβίλης, Κων/νος Θεοτόκης, Γεράσιμος Μαρκοράς, προστίθεται, από το Δεκέμβριο του 1828 ο Διονύσιος Σολωμός, ο οποίος εγκαθίσταται οριστικά στη Κέρκυρα.

Ο Σολωμός έχει ήδη γράψει τον «Υμνον εις την Ελευθερίαν» ο οποίος έμελλε να γίνει το αριστούργημα άλλα και η έμμονη ιδέα του Μάντζαρου, αφού τον μελοποιούσε σε όλη του τη ζωή.

Μελοποιεί τον «Ύμνον εις την Ελευθερίαν» του Διονυσίου Σολωμού σε 2 διαφορετικές ολοκληρωμένες μελοποιήσεις και σε πολλές ακόμη αποσπασματικές. Οι δύο πρώτες στροφές της 1ης μελοποίησης αποτελούν τον Εθνικό μας Ύμνο[11]. Υπάρχουν πολλές μαρτυρίες, ότι ο «Υμνος εις την Ελευθερίαν» των Σολωμού- Μάντζαρου, φυσικά στη 1η μελοποίησή του, τραγουδιόνταν τα βράδια, σε καντάδες, από ομάδες νεαρών με συνοδεία από κιθάρες. Ο Ιταλός Ιστορικός Francesco Cusani, στο 1ο τόμο των απομνημονευμάτων του με τίτλο «Η Δαλματία, τα νησιά του Ιονίου και η Ελλάς στα 1840» που εκδόθηκε στο Μιλάνο το 1846, γράφει «……στις 25 Μαϊου 1840, στο τέλος ενός μεγάλου γεύματος που έδωσε ο λόρδος Douglas[12], διοικητής των Ιονίων νήσων, προς τιμήν της Βασίλισσας Βικτορίας, μια παρέα νεαρών Κερκυραίων ήλθε και τραγούδησε, με συνοδεία από κιθάρες, τις πρώτες στροφές του «Υμνου εις την Ελευθερίαν».

Η 1η ολοκληρωμένη μελοποίηση του «Υμνου», έγινε το 1829-30 για 4φωνη ανδρική χορωδία και πιάνο, κυρίως ομοφωνική, με βασική τονικότητα τη σολ μείζονα Αποτελείται από 25 μέρη και εξεδόθη σε παρτιτούρα το 1873 στο Λονδίνο «…δαπάνη των εν Αγγλία ομογενών».

Η 2η ολοκληρωμένη γραφή έγινε το 1842-43. Αυτή τη φορά περιλαμβάνει 46 μέρη με βασική τονικότητα τη Φα μείζονα και είναι και πάλι για 4φωνη ανδρική χορωδία και πιάνο. Ο Μάντζαρος, κατεβάζει το έργο κατά ένα τόνο, από τη προηγούμενη γραφή, αλλά και πάλι θεωρείται ψηλή για τους πρώτους τενόρους. Δεν αποκλείεται όμως, ο συνθέτης να επιδιώκει το «φαλτσέτο», που προσιδιάζει με την Επτανησιακή καντάδα. Ο Μάντζαρος ξαναθυμάται τις σπουδές του στη Νάπολη με τον Zingarelli και όλες οι αντιστικτικές τεχνικές από τον Palestrina μέχρι τον Bach παρελαύνουν εδώ. Η διάρκειά υπολογίζεται περί τις 2 ώρες και μέχρι σήμερα δεν έχει εκδοθεί, ηχογραφηθεί ή εκτελεστεί στο σύνολό της[13].

Πρόκειται για ένα καταπληκτικό έργο σε ομορφιά, ιστορική σημασία, μοναδικό στη παγκόσμια μουσική φιλολογία, αφού δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο σε τέτοια έκταση, αυτή τη μορφή και γι’ αυτό το συνδυασμό εκτελεστών.

Η γραφή του πιάνου είναι πολυφωνική και μέσα της συμπυκνώνεται όλη η κίνηση της χορωδίας. Αλλού πάλι και κυρίως προς το τέλος του κάθε μέρους, το πιάνο αντιπαραθέτει ομοφωνική γραφή, ή πιανιστικά σχήματα (αρπέζ, σκάλες, τρέμολι, οκτάβες) κάνοντας το μέρος περισσότερο ρυθμικό και ανεβάζοντας την ένταση.

Ο Νικόλαος Μάντζαρος έζησε σε μια μεταβατική περίοδο για το πιάνο ως όργανο και τη μουσική γι’ αυτό. Έζησε το πέρασμα από το τσέμπαλο, στο φορτεπιάνο και στο πιάνο. Και παράλληλα το πέρασμα από τη πολυφωνική μουσική του Μπαρόκ στην κλασική εποχή και στη προβολή της μιας μελωδικής γραμμής, ενισχυμένης συχνά σε οκτάβες, με ήχο ελαφρό και οξύ, που ταιριάζει με τα Βιεννέζικα φορτεπιάνα που κυριαρχούν στη αγορά, μακρινές και απρόσμενες μετατροπίες, μέρη ελεγειακά σαν άριες από όπερες. Η μουσική του για πιάνο είναι γενικά απλή, λιτή με αναμενόμενη αρμονική αλληλουχία και η γραφή είναι συμπαγής και συνεχής. Ιδιαίτερα στα έργα για σόλο πιάνο η γραφή είναι κάθετη με τα δύο χέρια να αλληλοσυμπληρώνονται. Τα στολίδια (τρίλοι, μορντέντα, κλπ) είναι σπάνια και οι ενδείξεις δυναμικής περιορισμένες.

Στα βασικά αυτά χαρακτηριστικά της κλασσικής γραφής για πιάνο, ο Μάντζαρος συχνά προσθέτει στοιχεία τοπικά της Κέρκυρας και των εθίμων της. Στο γνωστότερο έργο του για πιάνο “Redowa Mazurka”[14], μια σουίτα με μικρή εισαγωγή και 4 μέρη, για τη Σεξπηρική Οφηλία, παραθέτει μεγάλα τμήματα με παράλληλες 3ες ή 6ες , βασικά χαρακτηριστικά της Κερκυραϊκής καντάδας. Το κομμάτι αυτό έχει προγραμματικό χαρακτήρα και κάθε ένα από τα μέρη έχει έναν δηλωτικό τίτλο για τη ψυχική κατάσταση της ηρωϊδας: «ο έρωτας», «η θλίψη», «το παραλήρημα της Οφηλίας» και «οι αναμνήσεις της Οφηλίας». Οι τονισμοί στα ασθενή μέρη του μέτρου της Βοημικής Redowa, βοηθούν στην απεικόνιση της διαταραγμένης ψυχικά, νεαρής ερωμένης του Άμλετ. Το έργο είναι λιτό και κλασικό, με μια βαθιά, nobile τρυφερότητα όπως ταιριάζει στη Οφηλία, ένα νεαρό ερωτευμένο κορίτσι.

Το κομμάτι είναι δεξιοτεχνικό, γραμμένο στην αγαπημένη τονικότητα του Μάντζαρου σολ μείζονα. Η κλασσική λιτότητα της αρμονίας του, συχνά διακόπτεται από καταιγισμό συγχορδιών και μετατροπιών, κυρίως όταν θέλει να χρωματίσει συναισθηματικές καταστάσεις, Οι περιορισμένες ενδείξεις δυναμικής, αντιπαρατίθενται σε πλήθος εκφράσεων ερμηνείας (sentimentale, con anima, amoroso, appassionato, lamentoso, delicatissimo, con tenerezza, espressivo, smanioso) , δείγμα ότι επιθυμεί απλό, αλλά όχι επίπεδο παίξιμο.

Οι μελωδικές γραμμές είναι άλλοτε πλατιές και άλλοτε σύντομες, εναλλάσσονται με καθαρά ρυθμικά μέρη, συχνά εκτρέπονται σε αλυσίδες και είναι πανταχού παρόν, όχι μόνο στο πιανιστικό αλλά και σε ολόκληρο το έργο του, το ρυθμικό σχήμα e. xc Ένα σχήμα που δίνει ώθηση και ενέργεια σε μια μουσική σχεδόν πάντα δραστήρια, αισιόδοξη και λαμπερή.

Στην Οφηλία, η μπάντα σήμα κατατεθέν της Κέρκυρας, είναι παρούσα με σελίδες ολόκληρες ενισχυμένης μελωδίας ή περάσματα σε 8βες στο δεξί χέρι ή και στα δύο. Στο τελευταίο μέρος, που τιτλοφορείται «Οι αναμνήσεις της Οφηλίας» και στο trio του μικρού Εμβατηρίου του, «Alla turca» οι επιρροές της μπάντας είναι και πάλι φανερές, αφού προβάλλεται η βαρυτονία του αριστερού χεριού, συνοδευόμενη από ακομπανιαμέντα ξύλινων πνευστών στο δεξί.

Δεν υπήρξε πιανίστας συναυλιών, υπάρχουν όμως μαρτυρίες συγχρόνων του ότι στις συγκεντρώσεις στο σαλόνι του έπαιζε ολόκληρες όπερες στο πιάνο προς τέρψιν των συνδαιτυμόνων. Το πιάνο υπήρξε αναπόσπαστο εργαλείο της συνθετικής και βέβαια της παιδαγωγικής του δραστηριότητας, αφού δίδασκε πιάνο. Το πιάνο του Μάντζαρου που το αγόρασε από την Ιταλία, σήμερα εκτίθεται στο φουαγιέ του Δημοτικού Θεάτρου της Κέρκυρας, στην είσοδο του οποίου υπάρχει η προτομή του και ο δρόμος που βρίσκεται στην αριστερή πλευρά του θεάτρου φέρει το όνομά του.

Στον Μάντζαρο ανήκει η 1η Ελληνική όπερα. Η κωμική μονόπρακτη «Ντον Κρεπούσκολο» (1815), 3 Λειτουργίες για 4φωνη ανδρική χορωδία και όργανο, μια στο Ορθόδοξο τυπικό (1834 ή 5), η οποία ψάλλεται συχνά στον Αγιο Σπυρίδωνα και 2 Καθολικές που θεωρούνται χαμένες, Καντάτες, ένα Te Deum (1830) και «Ψαλμοί του Δαυίδ» Τα 2 τελευταία θεωρούνται χαμένα. Εγραψε επίσης 12 4φωνες και 5φωνες Φούγκες με συνοδεία πιάνου[15] (1851) και Παρτιμέντι[16].

Εντελώς ξεχωριστή περίπτωση αποτελούν οι 24 Sinfonie, σ’ ένα μέρος με φόρμα Ουβερτούρας. Εχουν βρεθεί 18 όλες γραμμένες για πιάνο, χωρίς ενδείξεις ή νύξεις για μελλοντική ενορχήστρωση. Έχοντας υπ’ όψιν τις αντίστοιχες Sinfonie του Donizetti για πιάνο (1813-20) και το “Un Capriccio in sinfonia” (1817) in Mi min, μπορεί να υποθέσει κανείς ότι το πιάνο είναι ο τελικός προορισμός και για τις Sinfonie του Μάντζαρου[17].

To εθνικό όραμα του Μάντζαρου φανερώνει και ένα άλλο φωνητικό του έργο που ήλθε πρόσφατα στο φως, μαζί με άλλα, όταν ερευνητική επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημίου Αθηνών αποτελούμενη από τους καθηγητές Καίτη Ρωμανού, Ιωνα Ζώτο, 3 μουσικολόγους και υποψήφιους διδάκτορες και τον γράφοντα, έκανε το καλοκαίρι του 1999 την πρώτη οργανωμένη έρευνα στα αρχεία, τις βιβλιοθήκες, τις αποθήκες και τα πατάρια της Φιλαρμονικής Εταιρεία Κέρκυρας, την οποία από το 1840 οργάνωσε, διηύθυνε και δίδασκε αμισθί σ’ όλη του τη ζωή ο Μάντζαρος.

Πρόκειται για τις “16 Arie Greche”[18] του 1830, όπως αναγράφεται χειρόγραφα στο εξώφυλλο. Στο πακέτο που βρέθηκε όμως ήταν 18 τραγούδια, στο ίδιο ύφος και με τον ίδιο γραφικό χαρακτήρα. Πρόκειται για μελοποιήσεις τραγουδιών, τα περισσότερα του Σολωμού. Στο Νο 11 οι στοίχοι είναι άλλη μια μελοποίηση στη «Φαρμακωμένη», στο Νο 15 ο «Θούριος» του Ρήγα με μια τελείως διαφορετική μελωδία από τη γνωστή, σε τέμπο Marziale και το τελευταίο το Νο 18 μια ακόμη μελοποίηση στη «Ξανθούλα» του Σολωμού, με τελείως νέα μελωδία, στο λικνιστικό ρυθμό 6/8.

Η γραφή είναι τελείως ιδιότυπη και διφορούμενη, προφανώς προσχέδιο, αφού υπάρχουν μόνο δύο πεντάγραμμα, αυτά του πιάνου, και ανάμεσα τους οι στίχοι. Στο πάνω πεντάγραμμο βρίσκονται μελωδικές γραμμές σε 3ες παράλληλες, σπανιότερα σε 6ες και ακόμη σπανιότερα 3φωνες συγχορδίες. Έτσι υποθέτει πλέον κανείς ότι προορίζεται για 2 τραγουδιστές και πιάνο. Το αριστερό χέρι είναι συνοδευτικό, με διαφορετικά σχήματα κατά περίπτωση, αρπέζ, τρίηχα, οκτάβες, συγχορδίες, συμπληρωματικό της αρμονίας και ενδεικτικό της εκάστοτε ψυχικής διάθεσης που δημιουργεί η ποίηση.

Και ενώ το έργο προετοιμάζονταν, από συνεργάτες του «Ωδείου Νικόλαος Μάντζαρος», για την 1η σύγχρονη εκτέλεσή του, τον Απρίλιο του 2003 υπήρξε μια εντελώς απροσδόκητη εξέλιξη. Ο κύριος Στέφανος Βούλγαρης, απόγονος της ιστορικής Κερκυραϊκής οικογένειας Βούλγαρη, μου έδωσε μια χειρόγραφη συλλογή τραγουδιών, για 4φωνη ανδρική χορωδία και πιάνο, με τον τίτλο «Canzonette Greche con accompagnamento di Piano Forte». Χωρίς κανένα χρονολογικό στοιχείο, αφιέρωση, όνομα συνθέτη ή ποιητή. Τα χειρόγραφα αυτά βρέθηκαν στο αρχοντικό των Βούλγαρη στο Γαστούρι και για τη οικογένεια αποτελούσαν, επί χρόνια ένα γρίφο. Η συλλογή αποτελείται από οκτώ τραγούδια και τις στροφές 83-84 του «Υμνου». Όλα έδειχναν ότι βρισκόμασταν μπρος σε άγνωστο έργο του Μάντζαρου. Συνηγορούσε ο γνώριμος γραφικός χαρακτήρας και η 4φωνη ανδρική χορωδία με πιάνο. Προ παντός όμως, μετά τα δύο πρώτα τραγούδια, που έβλεπα για πρώτη φορά, τα επόμενα έξη ήταν ίδια με αντίστοιχα που βρίσκονταν στις “16 Arie Greche” με φροντισμένη εναρμόνιση αυτή τη φορά, άρα μεταγενέστερα. Οι 2 στροφές του «Υμνου», είναι κι αυτές καινούργιο εύρημα και αποτελούν 5η μελοποίησή τους.

Προφανώς ο Μάντζαρος σύχναζε στο σαλόνι των Βούλγαρη και η συγκεκριμένη συλλογή αποτελεί πράξη αβροφροσύνης του προς την οικογένεια[19].

Αλλά πέραν του γεγονότος της εύρεσης νέων έργων του Μάντζαρου, το ότι το συγκεκριμένο δεν αναφέρονταν πουθενά, άρα δεν αναζητούνταν, μας κάνει να σκεφτόμαστε, ότι εκπλήξεις μπορεί να υπάρξουν ακόμη και αν ευρεθούν όλα τα αναφερόμενα και αγνοούμενα έργα του.

Το καλοκαίρι του 2011 στο σπίτι της οικογενείας της σοπράνο Ρόζας Πουλημένου στη Κέρκυρα, μου παρουσιάστηκε ένα ακόμη άγνωστο έργο του Μάντζαρου. Παραλλαγές για πιάνο πάνω σε μια άρια της όπερας του Rossini : Le Comte Ory. Πρόκειται για χειρόγραφο του Μάντζαρου που μέχρι σήμερα ήταν άγνωστο, ανεκτέλεστο, δεν αναφέρονταν πουθενά και φυσικά δεν αναζητείτο. Μορφολογικά είναι μια Φαντασία για Πιάνο πάνω στην προαναφερόμενη.

Είναι αχρονολόγητο, αλλά προφανώς γραμμένο μετά το 1828 που έγινε η 1η παρουσίαση της όπερας στο Παρίσι, αποτελείται από 11 σελίδες και περιλαμβάνει 6 συνεχόμενα μέρη. Το πρώτο είναι μικρή εισαγωγή και τα επόμενα παρουσιάζουν την άρια με δραστήριο αριστερό χέρι, εμβόλιμες μικρές καντέντσες, και δεξιοτεχνικές αλυσίδες. Αρχίζει ως Andante 6/8 στη Ρε μείζονα και από τα μέσα του 3ου μέρους μέχρι το τέλος γίνεται 4/4. Έχει λίγους χρωματισμούς και ακόμη λιγότερες ένδειξης ρυθμικής αγωγής.

Το εθνικό, το καλλιτεχνικό και το παιδαγωγικό έργο του Μάντζαρου, συνέχισαν οι φυσικοί και οι πνευματικοί του απόγονοι[20].

[1] Francois-Joseph Fétis (1784-1871) Βέλγος Μουσικολόγος, συνθέτης, συγγραφέας και Θεωρητικός, καθηγητής στο Conservatoire στο Παρίσι. Ένα από τα συγγράμματά του πιθανόν να έχει σχέση με τον Ελληνα μαθητή του: « Memoire sur l’ harmonie simultanée chez les Grecs et le Romains » (1858)

[2] Θαυμαστό είναι το μουσικό υπόβαθρο που δημιουργήθηκε στα Ιόνια νησιά από την επίδραση των Βενεσιάνων, των Γάλλων και των Αγγλων αλλά και των προσφύγων από την Κρήτη με Ενετικές επιρροές και τη Κωνσταντινούπολη με τη Βυζαντινη παράδοση.

[3] Το Παρίσι αποκτά θέατρο όπερας το 1860, η Βαρκελώνη το 1862, η Βιέννη και η Δρέσδη το 1869 και το Παλέρμο το 1875.

[4] Η περίοδος που παρουσιάζονταν όπερες στο San Giacomo άρχιζε μετά το «Πρωτοκύριακο του Νοεμβρίου», κορυφώνονταν και τελείωνε τις απόκριες. Κατά τη διάρκεια της Ενετοκρατίας κάθε χρόνο ένας Βενετσιάνος αξιωματικός, πλοίαρχος ή υποναύαρχος, αναλάμβανε την ψυχαγωγία και του εχορηγείτο ένα ποσό για τα έξοδα του έτους. Ηταν υποχρεωμένος να φέρνει στην Κέρκυρα μπαλέτα και όπερες και να διοργανώνει το καρναβάλι. Υπέροχες περιγραφές του κορφιάτικου καρναβαλιού μάς άφησε ο Τζιάκομο Καζανόβα, που υπηρέτησε στην Κέρκυρα, στα Απομνημονεύματά του.

Το παλιό Δημοτικό θέατρο της Κέρκυρας, το οποίο βρίσκονταν στη θέση του σημερινού Δημοτικού Θεάτρου, άρχισε να χτίζεται το 1883. Η απόφαση για τη δημιουργία του ελήφθη επί πρωθυπουργίας του Γ. Θεοτόκη. Επί δημαρχίας Μ. Θεοτόκη ξεκίνησαν οι ενέργειες προγραμματισμού του, επί Δημητρίου Κόλλα ανατέθηκε η εκπόνηση της μελέτης στον ιταλό αρχιτέκτονα Περγκολέζε, ο οποίος χρησιμοποίησε ως πρότυπό του το κτίριο της Σκάλας του Μιλάνου. Εγκαινιάστηκε με Λόεγκριν στις 7 Δεκεμβρίου 1902. Μπήκε αμέσως στις καρδιές των Κερκυραίων και η όπερα έφθασε σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Στο φουαγιέ του δίδονταν οι μεγάλοι αποκριάτικοι χοροί. Το 1916 στις αίθουσές του συνεδρίαζε η εξόριστη Βουλή των Σέρβων, η οποία αποφάσισε τη δημιουργία της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας. Στα 1922 τα θεωρία του θεάτρου χρησιμοποιήθηκαν για να στεγάσουν Μικρασιάτες πρόσφυγες. Μετά τους Ιταλικούς βομβαρδισμούς του 1923 δεν μετακλήθηκαν ξανά Ιταλικοί θίασοι. Το 1943 καταστράφηκε το εσωτερικό του από Γερμανικές εμπρηστικές βόμβες. Τα αρχεία του, τα αρχεία του San Giacomo τα οποία είχαν παραχωρηθεί καθώς και οι βιβλιοθήκες κάηκαν. Το 1952 κατεδαφίσθηκε και ο εναπομείνας σκελετός, ως στατικά επικίνδυνος.

Το σημερινό Δημοτικό θέατρο άρχισε να κτίζεται τη δεκαετία του ’60 και εγκαινιάστηκε στις αρχές της δεκαετία του ’80 επί Δημαρχίας Γιάννη Κούρκουλου.

[5] Υστερα από 411 χρόνια, 11 μήνες και 11 μέρες.

[6] Από τότε καθιερώνονται και οι όροι Επτάνησος, επτανήσιος, επτανησιακός.

[7] Στις 3 Φεβρουαρίου 1830 υπογράφεται στο Λονδίνο, από την Αγγλία, τη Γαλλία και τη Ρωσία το πρωτόκολλο για την ανεξαρτησία της Ελλάδας.

[8] Ο Μάντζαρος διηύθυνε 30μελή παιδική χορωδία η οποία έψαλε στον Αγιο Σπυρίδωνα κατά τη Δοξολογία που έγινε την 21η Μαΐου 1864 παρουσία του Γεωργίου του Α΄ αμέσως μετά την υποδοχή του.

[9] Ο Παύλος Προσαλέντης (1784-1837) γενάρχης μιας οικογένειας σημαντικών εικαστικών καλλιτεχνών, μεταξύ των άλλων έχει φιλοτεχνήσει τον ορειχάλκινο ανδριάντα του Άγγλου αρμοστή Sir Frederic Adam (1824-1831), που βρίσκεται μπρος από τα ανάκτορα, στη Σπιανάδα.

[10] H ΦΕΚ ιδρύθηκε μετά την άρνηση των Άγγλων να μετάσχει στρατιωτικό άγημα και Φιλαρμονική στη λιτανεία του Αγίου Σπυρίδωνος στις 11 Αυγούστου 1839 με τη δικαιολογία ότι στρατιωτικός κανονισμός του 1837 απαγόρευε τη συμμετοχή σε τελετές άλλων θρησκευτικών δογμάτων.

[11] Το τμήμα αυτό ορίσθηκε νομοθετικά ως Εθνικός Υμνος το 1865, αλλά σύμφωνα με μαρτυρίες, οι πρώτες στροφές τραγουδιόνταν σε μελοποίηση του ίδιου του Σολωμού στη Ζάκυνθο, πριν ακόμη έλθει στη Κέρκυρα. Από το 1830 όταν μελοποιήθηκε από τον Μάντζαρο παρουσιάζονταν πολύ συχνά σε ιδιωτικές ή δημόσιες εκδηλώσεις. Ο Γεώργιος ο Α΄ το 1864 κατά την υποδοχή του στη Βασιλική προβλήτα της Κέρκυρας, το άκουσε από τη Μπάντα της Παλαιάς Φιλαρμονικής και το πρότεινε για Εθνικό Υμνο της Ελλάδας. Είχε λοιπόν τη λαϊκή αποδοχή πριν του γίνει η μεγάλη τιμή, γιατί είναι λαϊκή μουσική, αφού το βασικό θέμα είναι ένα παραδοσιακό μοτίβο της Κέρκυρας που σε διάφορες παραλλαγές, ανιχνεύεται σε πολλά Κερκυραϊκά τραγούδια.

Ο Αν/χης Μουσικής Μαργαρίτης Καστέλλης (Λαϊστα Ζαγορίων Ιωαννίνων 1907-1979 ) εναρμόνισε τον «Εθνικό Ύμνο» για μπάντα κι αυτή του η μεταγραφή παίζεται από τις Στρατιωτικές Μουσικές ως σήμερα.

[12] Sir Howard Douglas (1776-1861) Αγγλος στρατιωτικός ήταν Αρμοστής των Ιονίων νήσων (1835-1842). Προς τιμήν του στήθηκε στη Κέρκυρα οβελίσκος, ο οποίος σήμερα βρίσκεται στη παραλία της Γαρίτσας, τη βάση του οποίου διακοσμούν 4 γλυπτά του Ιωάννη Βαπτιστή Καλοσγούρου (1794-1878).

[13] Στις 7 Μαϊου 2001 παρουσιάστηκαν, σε 1η εκτέλεση, τα 3 πρώτα μέρη από την 2η μελοποίηση του έργου «Υμνος εις την Ελευθερίαν» των Δ. Σολωμού, Ν. Μάντζαρου, 159 χρόνια μετά τη σύνθεσή του, σε παραγωγή του Ωδείου, από το ανδρικό τμήμα της χορωδίας «Φίλοι μοντέρνας μουσικής» την οποία διηύθυνε ο Μαέστρος Δημήτρης Παπαδημητρίου και τον Π. Βεντούρα στο πιάνο. Την Ανοιξη του 2002 παρουσιάστηκαν, από τους ίδιους συντελεστές στον ίδιο χώρο, τα μέρη 4-7 .

To «Ωδείο Νικόλαος Μάντζαρος», σε δική του παραγωγή και με τη συμπαράσταση του «Συλλόγου Φίλων Νικόλαου Χαλικιόπουλου Μάντζαρου», έχει παρουσιάσει συνολικά 3 φορές μέχρι τώρα, μέρη από τη 2η γραφή του έργου, στην αίθουσα Τέχνης «Υμνος» του Ωδείου.

Στις 7 Δεκεμβρίου 2002 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, σε διημερίδα για τον Μάντζαρο που οργάνωσε το Ιόνιο Πανεπιστήμιο, το ομώνυμο Ωδείο προσκλήθηκε από τον συνθέτη και πρόεδρο του τμήματος μουσικών σπουδών καθ. Χάρη Ξανθουδάκη και παρουσίασε τα 9 πρώτα μέρη, σε 1η παγκόσμια εκτέλεση.

Τα μέρη αυτά του έργου επανελήφθησαν, στις 26 Ιανουαρίου 2003 στην «Αίθουσα Λόγου και Τέχνης» στη «Στοά του βιβλίου», ηχογραφήθηκαν ζωντανά από το Γ΄ πρόγραμμα της ΕΡΑ και μεταδόθηκαν στις 25 Μαρτίου 2003 σε 1η Ραδιοφωνική μετάδοση.

Η 1η τηλεοπτική μετάδοση έγινε, στην εκπομπή του Γιώργου Μηνά «Μουσικές Καταθέσεις» από την τηλεόραση του 902.

Η 1η ηχογράφηση μερών του έργου σε συνθήκες στούντιο έγιναν στις 19/9/2006 στην αίθουσα «Υμνος» και αφορούσε τα μέρη 1-5 Στις 7/11/2006 στην Αίθουσα «Αλεξάνδρα Τριάντη» του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών παρουσιάστηκαν μέρη του «Υμνου».

Tο Ανδρικό τμήμα της Δημοτικής χορωδίας Αθηνων, πήρε τη σκυτάλη και παρουσίασε 13 μέρη, από τα οποία 4 σε 1η εκτέλεση, στο Βυζαντινό μουσείο Αθηνών στις 23/3/2008 σε πανηγυρική συναυλία για την 25η Μαρτίου με τον Π. Βεντούρα στο πιάνο και μαέστρο τον Σταύρο Μπερή.

To ίδιο πρόγραμμα με τους ίδιους συντελεστές παρουσιάστηκε την Τρίτη 20 Μαΐου 2008 στο Δημοτικό Θέατρο Κέρκυρας. Ηταν η 1η εκτέλεση αποσπασμάτων του έργου στον τόπο του, μετά από 165 χρόνια.

[14] Ηχογραφήθηκε για 1η φορά στο συλλεκτικό CD με τίτλο «Εργα για πιάνο Κερκυραίων συνθετών» (1994) από τον Πιανίστα Παύλο Βεντούρα σε παραγωγή του Δήμου Κερκυραίων με την ευκαιρία της συνόδου κορυφής της Ε.Ε. Το CD περιλαμβάνει επίσης σε 1η ηχογράφηση κομμάτια Σαμάρα, Γ.Λαμπελέτ, Γκρέκ, Σπύρου Μάζη και Π.Βεντούρα.

[15] Θεωρούνταν χαμένες, μέχρι που τις ανακάλυψε ο Αρχιμουσικός της ΦΕΚ Δημήτρης Κάφυρης. Tις ενοργάνωσε για μικρή Brass Band και παρουσίασε 4 από αυτές (Νο 4-8-10-12) σε 1η σύγχρονη εκτέλεση κατά τη πανηγυρική συναυλία της Παλαιάς Φιλαρμονικής για τα 200 χρόνια από τη γέννηση του Μάντζαρου στο Δημοτικό Θέατρο Κέρκυρας (12/11/1995). Είναι αφιερωμένες στο δάσκαλο του Niccolo Zingarelli (1752-1837) πάνω σε partimenti του οποίου είναι φτιαγμένες.

[16] Πάνω στο Ε΄και Στ΄βιβλίο με τα partimenti του Fedele Fenaroli (1730-1816) ο οποίος υπήρξε μαθητής του Francesco Durante (1684-1755) και δάσκαλος του Zingarelli .

[17] Αργότερα ο Robert Schumann έγραψε τις «Συμφωνικές σπουδές» για πιάνο, έργο με σαφή ορχηστρικό προσανατολισμό.

[18] Μέρη από το έργο παρουσιάστηκαν σε 1η εκτέλεση στις 24 Μαΐου 2004 στην Αίθουσα Τέχνης ΥΜΝΟΣ του Ωδείου Νικόλαος Μάντζαρος από τη Σοπράνο Αλεξάνδρα Ματθαιουδάκη, τη Μεσόφωνο Ηλέκτρα Δημόγλου και τον Πιανίστα Παύλο Βεντούρα.



[19] Η Ισαβέλλα Βούλγαρη (1817-1899), το γένος Βεντούρα από τη μητέρα της Διαμαντίνα κόρη του βουλευτή της τελευταίας Ιονίου Βουλής που υπέγραψε την Ενωση με την Ελλάδα, Θεόδωρου Βεντούρα, ήταν σύγχρονη του Μάντζαρου, πιθανόν μαθήτριά του και αναφέρεται από τους απογόνους της ως καλή ερασιτέχνις πιανίστα και τραγουδίστρια. Το πιανοφόρτε της βρίσκεται ακόμη στη βίλα Βούλγαρη στο Γαστούρι.

[20]Για τον Μάντζαρο υπάρχουν 2 βιβλία που εκδόθηκαν τον ίδιο χρόνο, 2003. Το πρώτο «Νικόλαος Χαλικιόπουλο-Μάντζαρος ερευνητική συμβολή στα 130 χρόνια από το θάνατο του συνθέτη» εκδόσεις Μουσικού λόγου Κέρκυρα περιέχει τις ομιλίες που έγιναν το Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2002 σε επιστημονική συνάντηση που οργάνωσε το τμήμα μουσικών σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου στο συνεδριακό κέντρο του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Οι ομιλητές-συγγραφείς του τόμου είναι Χάρης Ξανθουδάκης, Γιώργος Λεωτσάκος, Παύλος Βεντούρας, Κώστας Ζερβόπουλος, Κωνσταντίνος Κακαβελάκης, Κώστας Καρδάμης, Irmgard Lerch-Καλαβρυτινού και Δημήρης Μπρόβας. Το 2ο βιβλίο, «Νικόλαος Χαλικιόπουλο-Μάντζαρος» έκδοση Φιλαρμονικής εταιρείας Κέρκυρας, με επιμέλεια έκδοσης και εισαγωγή από τον καθηγητή Γιώργο Κεντρωτή, περιλαμβάνει κείμενα του Σολωμού και του Μάντζαρου και κείμενα που αφορούν τον Μάντζαρο, συγχρόνων του.